Προεστοί
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
| Έχει προταθεί αυτό το λήμμα ή τμήμα αυτού του λήμματος, να συγχωνευθεί με το Δημογέροντας. (Σχολιάστε) Όταν συγχωνεύετε το περιεχόμενο, σημειώστε στην σύνοψη επεξεργασίας ότι πρόκειται για « περιεχόμενο από την σελίδα [[xxxxx]]», για λόγους αναφοράς στους συντάκτες εκείνου του λήμματος. |
Οι προεστοί/προεστώτες, ή πρόκριτοι, ή κοτζαμπάσηδες (από το τούρκικο kocabaṣı, koca = μέγας, μεγάλος, γέροντας + baṣ = κεφάλι, πρώτος) ήταν οι επικεφαλής (πρόεδροι) των ελληνικών χριστιανικών κοινοτήτων επί Τουρκοκρατίας.[1] Οι προεστοί εκπροσωπούσαν τις χριστιανικές κοινότητες σε όλες τις εκ της οθωμανικής εξουσίας πηγάζουσες σχέσεις, διοικητικές, οικονομικές, τάξης και ασφάλειας κ.λπ.
Πίνακας περιεχομένων
[Απόκρυψη]Γενικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γεγονός είναι ότι οι χριστιανικοί πληθυσμοί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία διατηρούσαν μια μορφή κοινοτικής αυτοδιοίκησης και οργάνωσης. Οι διάφοροι Σουλτάνοι έχοντας πλήρη αντίληψη της διαφορετικότητας των διαφόρων λαών της επικράτειας, ιδίως κατά θρήσκευμα, αλλά και της ιδιοσυγκρασίας τους εφάρμοσαν διάφορα μέτρα που με τον καιρό εξελίχθηκαν σε θεσμούς τόσο υπέρ των ίδιων των λαών όσο περισσότερο υπέρ της συνοχής της αυτοκρατορίας. Μεταξύ των διαφόρων μέτρων που έλαβαν, όπως της ελευθερίας της γλώσσας, της ανεξιθρησκίας, της εκπαίδευσης, του εμπορίου κ.λπ. ήταν και ο θεσμός της κοινοτικής αυτοδιοίκησης υπό των προεστών, ή προκρίτων, ή κοτζαμπάσηδων, ή λεγομένων ακόμα και πριμάτων.
Με το θεσμό των προκρίτων παρέχονταν ελευθερία τόσο στην οργάνωση των οικονομικών όσο και των εσωτερικών υποθέσεων των τοπικών κοινωνιών με βάση το σεβασμό της νομιμότητας που ήταν και η βασική επιδίωξη της οθωμανικής διοίκησης.[2] Πολλές κοινότητες του ελλαδικού χώρου κατάφεραν για διάφορους λόγους να αποσπάσουν από το σουλτάνο επιμέρους προνόμιο, το λεγόμενο «κοινοτικό προνόμιο»
Με το θεσμό των προκρίτων παρέχονταν ελευθερία τόσο στην οργάνωση των οικονομικών όσο και των εσωτερικών υποθέσεων των τοπικών κοινωνιών με βάση το σεβασμό της νομιμότητας που ήταν και η βασική επιδίωξη της οθωμανικής διοίκησης.[2] Πολλές κοινότητες του ελλαδικού χώρου κατάφεραν για διάφορους λόγους να αποσπάσουν από το σουλτάνο επιμέρους προνόμιο, το λεγόμενο «κοινοτικό προνόμιο»
Κάθε χωριό και κωμόπολη είχε τον δικό του προεστό. Ο προεστός κρατούσε την σφραγίδα της κοινότητας, είχε τόσο διοικητικές όσο και δικαστικές δικαιοδοσίες, συνηθέστεραπταισματικής φύσεως εξομαλύνοντας έτσι τυχόν διαφορές μεταξύ των συμπολιτών του αλλά και με δικαίωμα επιβολής κάποιων τιμωριών, ακολουθώντας πάντα το κατά τόποεθιμικό δίκαιο. Στην άσκηση των καθηκόντων του περιβαλλόταν από ιδιαίτερο συμβούλιο των δημογερόντων. Για σπουδαία όμως ζητήματα συγκαλούσε γενική συνέλευση των κατοίκων όπου και λαμβάνονταν οι σχετικές αποφάσεις. Ειδικότερα οι προεστοί ήταν αυτοί που για λογαριασμό της οθωμανικής διοίκησης εκτιμούσαν αρχικά την φορολογική δυνατότητα εκάστου μέλους της κοινωνίας τους και στη συνέχεια συνέτασσαν τους φορολογικούς καταλόγους και προέβαιναν στην είσπραξη των αναλογούντων φόρων. Παράλληλα ήταν υπεύθυνοι για τη διατήρηση της τάξης και υπόλογοι αυτής προς την οθωμανική διοίκηση.
Οι προεστοί εκ των πραγμάτων προέρχονταν από εύπορες οικογένειες, γαιοκτημόνων ή εμπόρων, (προύχοντες), που είχαν χρόνο ελεύθερο να ασχολούνται και με τα κοινά. Εκλέγονταν δημοκρατικά απ΄ ευθείας από το λαό (τοπική κοινωνία), όχι με ψηφοφορία αλλά δια βοής σε υπαίθριο χώρο, (όπως στην αρχαία Σπάρτη), για ένα χρόνο ή και περισσότερο εφόσον έχαιραν της κοινής εμπιστοσύνης και δεν εκδηλωνόταν κάποια αντίδραση. Η δε εκλογή τους επικυρωνόταν στη συνέχεια από τον Οθωμανό διοικητή της περιοχής Πασά, ή Βαλή, αναγνωρίζοντας το αξίωμά τους έχοντας προηγουμένως προκαταβάλει όλο τον ετήσιο αναλογούντα φόρο των κοινοτήτων τους, τον οποίο στη συνέχεια εισέπρατταν από τους κατοίκους. Στο δε Πασαλίκι των Ιωαννίνων σε πολλές των περιπτώσεων οι πρόκριτοι ή προεστοί ορίζονταν απ΄ ευθείας από τον Αλή Πασά. Στο μπεηλίκι της Μάνης οι προεστοί αποκαλούνταν συνηθέστερα καπετάνιοι, ή καπεταναίοι, εκλέγονταν συνηθέστερα με κριτήριο την αντρειοσύνη και το μέγεθος της φαμίλιας, ειδικά σε αρρενογονία, που έχαιραν της εμπιστοσύνης του εκάστοτε Μπέη, πλην όμως η καταβολή φόρων ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Στα νησιά του Αιγαίου πρόκριτοι ήταν συνηθέστερα καραβοκύρηδες, ή έμποροι.
Οι προεστοί κάθε περιφέρειας εξέλεγαν ένα αντιπρόσωπο για την έδρα του Πασά ή Βαλή που λεγόταν "Αγιάν" ή "Αγιάνης". Ο δε αντιπρόσωπος των προκρίτων ή προεστών μιας μεγάλης διοικητικής περιφέρειας, στην έδρα του Σουλτάνου, δηλαδή στην Κωνσταντινούπολη λεγόταν Βεκίλης. ο οποίος ουσιαστικά ήταν ο πολιτικός μεσάζων μεταξύ τηςΥψηλής Πύλης και των χριστιανών κατοίκων περιφέρειας της επικράτειας. Πολλές φορές οι Βεκίληδες είχαν καταφέρει και την αντικατάσταση οθωμανών διοικητών, ιδιαίτερα στοΜοριά.
Οι προεστοί κάθε περιφέρειας εξέλεγαν ένα αντιπρόσωπο για την έδρα του Πασά ή Βαλή που λεγόταν "Αγιάν" ή "Αγιάνης". Ο δε αντιπρόσωπος των προκρίτων ή προεστών μιας μεγάλης διοικητικής περιφέρειας, στην έδρα του Σουλτάνου, δηλαδή στην Κωνσταντινούπολη λεγόταν Βεκίλης. ο οποίος ουσιαστικά ήταν ο πολιτικός μεσάζων μεταξύ τηςΥψηλής Πύλης και των χριστιανών κατοίκων περιφέρειας της επικράτειας. Πολλές φορές οι Βεκίληδες είχαν καταφέρει και την αντικατάσταση οθωμανών διοικητών, ιδιαίτερα στοΜοριά.
Ο Φίνλευ γράφει: Οι προεστοί της Ελλάδας αποτελούσαν το υποκατάστατο μιας αριστοκρατίας. Η προστασία της Οθωμανικής κυβερνήσεως βαθμιαία δημιούργησε μια ελληνική αριστοκρατία διοικητικών οργάνων και φοροεισπρακτόρων. Η ηθική και πολιτική θέση τούτης της τάξης αποδόθηκε άριστα με την ονομασία τους σαν είδος Χριστιανών Τούρκων.
Παρά ταύτα μεταξύ αυτών των προκρίτων ή προεστών ή κοτζαμπάσηδων υπήρξαν αρκετοί που αποδείχτηκαν πολύ κατώτεροι της αποστολής τους, υπερβαίνοντας πολλές φορές ακόμα και τους χειρότερους Τούρκους, σε ιδιοτέλειες και αυθαιρεσίες, παροιμιώδης η φράση "τι Μπραΐμης, τι Ζαΐμης!", (= ότι ο Ιμπραήμ πασάς το ίδιο κι ο Ζαΐμης). Συνέπεια αυτών, ακόμα και σήμερα, ειδικά η ονομασία κοτζάμπασης να φέρεται με τη σημασία του αυταρχικού, ή αυθαίρετου ανθρώπου.
Οι πρόκριτοι το 1821[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Με το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 ο μέχρι τότε παραδοσιακός εκείνος θεσμός των προκρίτων βρέθηκε στη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας του. Οι ριζικές ανατροπές διοίκησης που ακολούθησαν τόσο κατά την περίοδο της επανάστασης όσο και στην αμέσως μετεπαναστατική περίοδο επέφεραν την τελεία διάλυσή του. Δραματική συνέπεια εκείνης της κρίσης ήταν η αρνητική στάση πολλών προκρίτων στην επερχόμενη αλλαγή που από απλές διαμάχες, από τη Συνέλευση της Βοστίτσας και τη Σύσκεψη των Καλτεζών από την οποία και αναδείχθηκε η Πελοποννησιακή Γερουσία, αλλά και τις ραδιουργίες των αλληλοσκοτωμών αγωνιστών, το 1822, έφτασε τελικά σε ανοικτό εμφύλιο πόλεμο με τους αγωνιστές οπλαρχηγούς του 21.
Σημαντικότεροι καθοδηγητές, υποκινητές και προστάτες των προεστών, ή προκρίτων την εποχή εκείνη ήταν οι Φαναριώτες, όπως ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ή ακόμα και οΙωάννης Κωλέττης οι οποίοι ουσιαστικά και κατεύθυναν την νέα τάξη διοίκησης. Αν και ο θεσμός περιορίστηκε ως ένα βαθμό από τον Ιωάννη Καποδίστρια, εντούτοις οι φατρίες των προεστών συνέχισαν να δρουν σε όλη τη βασιλεία του Όθωνα, ενώ δημιούργησαν και κατηύθυναν κόμματα (αγγλικό, γαλλικό και ρωσικό).
Επίσημα ο θεσμός καταργήθηκε επί Βασιλείας Όθωνα το 1833 μετά την έκδοση του πρώτου νόμου περί Δήμων του Κράτους.
Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ Παπαγεωργίου 2005, σελ. 60
- ↑ Πύλια 2001, σελ. 75
Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου τ.16ος, σ.392
- Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια τ.ΙΕ΄, σ.10 (Κοτζάμπασης)
- Παπαγεωργίου, Στέφανος Π. (2005). Από το γένος στο έθνος: Η θεμελίωση του Ελληνικού κράτους 1821-1862 (2η έκδοση). Αθήνα: Παπαζήση. ISBN 960-02-1769-6.
- Πύλια, Μάρθα (2001). «Λειτουργίες και αυτονομία των κοινοτήτων της Πελοποννήσου κατά τη δεύτερη Τουρκοκρατία (1715-1821)». Μνήμων 23: 67-98.
- Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, Τάσος Βούρνας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου